νεοαποικιοκρατία

νεοαποικιοκρατία
η
(οικον.-πολ.) πολιτική ενός ισχυρού κράτους ή ομάδας χωρών που έχει ως στόχο τη συνέχιση με νέες μορφές και νέες μεθόδους τής οικονομικής εκμετάλλευσης τών πρώην αποικιών που έχουν ανακηρυχθεί σε ανεξάρτητα κράτη και τη διασφάλιση τής πολιτικής κυριαρχίας τους σε αυτά, καθώς και την επέκταση τής πολιτικο-οικονομικής επιρροής τους σε νέες γεωγραφικές περιοχές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο)-* + αποικιοκρατία].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • νε(ο)- — και νιο [ΑΜ νε(ο) ] α συνθετικό πάμπολλων λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επίθ. νέος και στον νεοελλ. τ. νιος. Δηλώνει τις σημασίες: α) τού πρόσφατου, αυτού που έχει συντελεστεί προ ολίγου (πρβλ. νεο σφαγής, νιό βγαλτος,… …   Dictionary of Greek

  • νεοαποικιοκράτης — ο αυτός που εφαρμόζει ή υποστηρίζει τη νεοαποικιοκρατία …   Dictionary of Greek

  • νεοαποικιοκρατικός — ή, ό αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή προσιδιάζει στη νεοαποικιοκρατία και στον νεοαποικιοκράτη («νεοαποικιοκρατικό καθεστώς») …   Dictionary of Greek

  • νεοαποικισμός — ο νεοαποικιοκρατία …   Dictionary of Greek

  • Αφρική — Μία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται στο ανατολικό ημισφαίριο, στα νότια της Ευρώπης και στα δυτικά της Ασίας. Μολονότι αποτελεί μέρος, μαζί με την Ευρώπη και την Ασία, της Αρχαίας Ηπείρου, η απέραντη αυτή ήπειρος διαφέρει ουσιαστικά από αυτές,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”